ξαγόρεμα

ξαγόρεμα
το исповедь

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "ξαγόρεμα" в других словарях:

  • ξαγόρεμα — το [ξαγορεύω] η εξομολόγηση …   Dictionary of Greek

  • ξαγόρεμα — το, ατος 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα του ξαγορεύω, η εξομολόγηση. 2. βολιδοσκόπηση. 3. συμβουλή, νουθεσία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξαγόρευση — εξαγόρευση, η και ξαγόρεμα, το, ατος η εξομολόγηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξομολόγηση — η 1. η πλήρης ομολογία, η εξαγόρευση, το ξαγόρεμα. 2. (εκκλησ.), ένα από τα εφτά μυστήρια της ορθόδοξης Εκκλησίας, σύμφωνα με το οποίο ο χριστιανός εξομολογείται τα αμαρτήματά του στον πνευματικό (τον εξομολόγο), με τη μεσολάβηση του οποίου… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»